businewss.gr

Από το «Άνθος Ορύζης» μέχρι τα Sweet & Balance, η Γιώτης τόνιζε τον οικογενειακό της χαρακτήρα

Δημήτρης Χαροντάκης

Το 1930 είναι μία ιδιαίτερη χρονιά. Λίγους μήνες νωρίτερα, τον Οκτώβριο του 1929 ξέσπασε στις Ηνωμένες Πολιτείες το μεγάλο κραχ. Είναι το προοίμιο της μεγάλης ύφεσης. Στην Ελλάδα η κυβέρνηση Βενιζέλου διανύει το δεύτερο κοινοβουλευτικό της έτος.

Εκείνη την χρονιά ιδρύεται η Αγροτική Τράπεζα. Δύο χρόνια νωρίτερα, τον Μάιο του 1928 η δραχμή είχε ενταχθεί στον «χρυσόν κανόνα». Η κυβέρνηση Βενιζέλου προχωρά στον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας, εφαρμόζοντας παράλληλα μία πολύ σκληρή πολιτική καταστολής.

Αυτή τη χρονιά οι συνέπειες του κραχ και της μετέπειτα ύφεσης δεν φαίνονται στον ορίζοντα της ελληνικής οικονομίας.

Η βιομηχανία αναπτύσσεται – το φτηνά εργατικά χέρια των μικρασιατών προσφύγων… «έκαναν το θαύμα τους» – αλλά συνεχίζει να κατέχει μικρό μέρός του ελληνικού ΑΕΠ. Η αγροτική παραγωγή έχει πολύ μεγάλο ειδικό βάρος. Κι ένα σημαντικό της μέρος εξαρτάται από τις εξαγωγές.

Τα χρόνια βέβαια είναι δύσκολα. Οι κοινωνικές συνθήκες σκληρές. Η παιδική θνησιμότητα μεγάλη όχι μόνο το 1930, αλλά κι όλα τα προηγούμενα χρόνια «θερίζει».

Κι εκείνη την περίοδο βρίσκεται σε έξαρση επιδημία δυσεντερίας.

Γιώτης: Από την Άρτα στο Άνθος
Αυτή τη χρονιά, με την «φιλοεπενδυτική» πολιτική – όπως θα την χαρακτηρίζαμε σήμερα – της κυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου, ένας νεαρός ηπειρώτης, μόλις 25 χρονών, από το χωριό Καταρράκτης του νομού Αρτας, από αστική οικογένεια της εποχής, θέλησε να δημιουργήσει μία βιομηχανία τυποποίησης παιδικών τροφών.

Ο Ιωάννης Γιώτης ταξίδεψε στη Γαλλία, μελέτησε και παρακολούθησε εκεί το σύστημα της παρασκευής παρεμφερών προϊόντων και όταν επέστρεψε άρχισε μια επίμονη προσπάθεια για τη βιομηχανοποίησή τους, χρησιμοποιώντας τους εξαιρετικούς καρπούς της ελληνικής γης. Αρωγός στην προσπάθεια του ήταν η σύζυγος του Μαρία Γιώτη.

Ηταν η εποχή που εύκολα – κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις φυσικά – μια «έξυπνη ιδέα» μπορούσε να μετατραπεί σε επιχειρηματική δραστηριότητα.

Πράγματι το εργοστάσιο της νεαρής Βιομηχανίας Θρεπτικών Προϊόντων «Ι. Γιώτης» ΟΕ δημιουργήθηκε λίγο έξω από το κέντρο της Αθήνας, σε μία εξοχική περιοχή για τα δεδομένα της εποχής, στην περιοχή Τρεις Γέφυρες – στα σημερινά Κάτω Πατήσια!

Οι εγκαταστάσεις του δεν ήταν μεγαλύτερες από 300 τ.μ.. Και για χρόνια απέναντι από το εργοστάσιο ήταν το σπίτι της οικογένειας – το χώριζε η οδός Στρατηγού Καλλάρη. Αυτό που ενδιέφερε τότε το νεαρό βιομήχανο ήταν η όσο το δυνατόν πιο υγιεινή παρουσίαση των προιόντων του.

Πρώτες ύλες ήταν το ρύζι και το καλαμπόκι, ο αραβόσιτος. Κι έτσι φυσικά προέκυψαν τα γνωστά για δεκαετίες προϊόντα, το «Ανθος Ορύζης» και το «Ανθος Αραβοσίτου».

Δεν είναι πολλές οι ανθούσες για περισσότερα από 90 χρόνια ελληνικές βιομηχανίες που «κατάγονται» από τον μεσοπόλεμο, οι οποίες να παραμένουν οικογενειακές.

Τα εμβληματικά προϊόντα
Οπως αναφέρεται σε μεταπολεμικές εκδόσεις το Ανθος Ορύζης παράγεται από αρίστης ποιότητας ρύζι που υφίσταται προηγουμένως επιμελημένη κατεργασία και κρησάρισμα για να απαλλαγεί από τις ξυλώδεις ουσίες και να γίνει άλευρο απόλυτα καθαρό και εξαιρετικά λεπτό.

Ετσι η εμφάνιση του συγκεκριμένου προϊόντος είναι η πρώτη βρεφική στερεά τροφή που παράχθηκε τυποποιημένη στην Ελλάδα- υπήρξε εξαιρετικά ευεργετική, ιδιαίτερα εκείνη την περίοδο, αφού έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη μείωση της παιδικής θνησιμότητας, που είχε λάβει σοβαρές διαστάσεις λόγω της επιδημίας δυσεντερίας!

Η πρώτη παιδική κρέμα
Αλλά και το Ανθος Αραβοσίτου, που επίσης κυκλοφορεί επωνύμως το 1930, είναι η πρώτη παιδική κρέμα που παράγεται βιομηχανικά στη χώρα μας. Και τα δύο προϊόντα δεν θα αργήσουν να εξαχθούν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού – απευθύνονται κυρίως στον απόδημο Ελληνισμό των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ομως η πρώτη περίοδος της εταιρείας είναι σύντομος. Κλείνει με την είσοδο των Γερμανών και την διπλή κατοχή, το 1941, αφού το εργοστάσιο δεν ήταν δυνατόν να λειτουργήσει σε εκείνες τις τραγικές συνθήκες.

Η μεταπολεμική ανάπτυξη
Η επαναλειτουργία του αρχίζει μετά την Κατοχή. Οι κοινωνικές συνθήκες είναι ακόμη πιο σκληρές απ΄ ότι προπολεμικά. Ως εκ τούτου και η ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του είναι είναι εντυπωσιακή.

Το «Πρότυπο Εργοστάσιο Γιώτη» έτσι αποκαλούνταν οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις, τροφοδοτεί εκτός από τις ελληνικές κι άλλες ξένες αγορές. Παράλληλα τα «αφεντικά» διακατέχονται από μία ιδιαίτερη ευαισθησία – πρωτοφανή για κείνη την εποχή!

Καθένας από τους 180 εργαζομένους – τόσοι ήταν οι εργαζόμενοι – στην επιχείρηση δεν ήταν μόνο ασφαλισμένος στο ΙΚΑ αλλά είχε και ατομικό βιβλιάριο υγείας της βιομηχανίας Γιώτης!

Τη δεκαετία του 1950 η γκάμα των προϊόντων της εταιρείας εμπλουτίζεται με το φρουί ζελέ, ένα προϊόν που ξάφνιασε τότε τους καταναλωτές, το πατατάλευρο, το κορνφλάουερ και το μπέικιν πάουντερ και το 1960 με τη Φαρίνα Γιώτης, το πρώτο αυτοδιογκούμενο αλεύρι στην Ελλάδα, που σημείωσε μεγάλη εμπορική επιτυχία όταν κυκλοφόρησε, και την κρέμα καραμελέ, που εξάγεται στην Αμερική και σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες.

Κερδίζει αρκετές διακρίσεις τόσο σε ελληνικούς όσο και σε διεθνείς διαγωνισμούς, όπως χρυσά μετάλλια από τη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης και τις αντίστοιχες του Μιλάνου και της Βηρυτού.

Αλλαγή σκυτάλης
Ο ιδρυτής της εταιρείας, ο Ιωάννης Γιώτης απεβίωσε το 1960 σε ηλικία 55 ετών και στη διοίκηση της εταιρείας συνέχισε η σύζυγός του Μαρία και ακολούθως ανέλαβαν τα παιδιά του Αθανάσιος, ο οποίος πέθανε το 1980, και Χρήστος, ο οποίος πέθανε το 2006.

Ετσι μέτοχοι, από 50% ο καθένας και διοικούντες – επί της ουσίας – την εταιρεία, είναι δύο συνονόματοι, που διαφέρουν μόνο στο πατρώνυμο, οι κκ. Ιωάννης Γιώτης του Χρήστου, και ο Ιωάννης Γιώτης του Αθανασίου.

Αργότερα η εταιρεία από Ομόρρυθμη μετατράπηκε σε ανώνυμη – εκτός των άλλων ήταν και κοινωνικό status της εποχής μεταξύ των ανθρώπων της βιομηχανικής τάξης. Ωστόσο παρέμεινε οικογενειακή μέχρι και σήμερα. Απέφυγε όχι μόνο την είσοδο της στο χρηματιστήριο, αλλά και την μετοχική συνεργασία με ξένο όμιλο.

Είναι αλήθεια πως δεν είναι πολλές οι ανθούσες για περισσότερα από 90 χρόνια ελληνικές βιομηχανίες που «κατάγονται» από τον μεσοπόλεμο, οι οποίες να παραμένουν οικογενειακές.

Βέβαια όλα αυτά τα χρόνια, κατά περιόδους η διοίκηση της εταιρείας επεκτείνει την δραστηριότητα της και σε «γειτονικές» κατηγορίες προιόντων διευρύνοντας την γκάμα της παραγωγής της.

Το πρώτο βήμα έγινε το 1993 με την εξαγορά της σοκολατοβιομηχανίας «Μέλο» αρχίζοντας την παραγωγή προιόντων σοκολατοποιίας. Κι αργότερα προχώρησε και σε άλλες κατηγορίες.

Επενδύσεις
Οι μεταπολεμικές δεκαετίες, ήταν χρόνια ανάπτυξης, παρ΄όλα τα προβλήματα που προκλήθηκαν κατά περίοδο – πχ ένταξη στην ΕΟΚ ή η ενιαία εσωτερική αγορά. Το σοκ που υπέστη η ελληνική οικονομία και κατά συνέπεια η ελληνική αγορά στην περίοδο της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης του 2009 δεν είχε ιστορικό προηγούμενο.

Το ενδιαφέρον στην προκειμένη περίπτωση συνίσταται στο γεγονός ότι η εταιρεία όχι μόνο κατόρθωσε να επιβιώσει σε εκείνες τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, αλλά – κι αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία – να επενδύσει και να αποκτήσει νέο εργοστάσιο στην περιοχή του Αγρινίου, μία επένδυση περί τα 10 εκατ. ευρώ.

Η εξαγορά του Στάμου
Και το 2010 όταν η κρίση αρχίζει να «δαγκώνει» η Γιώτης ΑΕ διέθετε εγκαταστάσεις 60.000 τ.μ. σε τέσσερα εργοστάσια και μηχανολογικό εξοπλισμό από τους πιο σύγχρονους στην Ευρώπη και πανελλαδικό δίκτυο διανομής.

Λίγα χρόνια αργότερα όταν η ελληνική οικονομία αρχίζει να βγαίνει από την κρίση προχωρά σε δύο εξαγορές, στην Βουλγαρία, όπου εξαγοράζει την εταιρεία Royal TM και στην Ελλάδα την γαλακτοβιομηχανία Στάμου με το δίκτυο των ομώνυμων γαλακτοπωλείων.

Και πλέον οι πωλήσεις της πέρυσι ανήλθαν στα 113,4 εκατ. ευρώ, έστω κι αν η ανάπτυξη έναντι του 2022 βρίσκεται στα όρια του πληθωρισμού.

Πηγή: ot.gr