Το 2015 η Kraft Heinz στόχευσε να μετατρέψει το μέγεθός της σε πλεονέκτημα, αλλά οι νέες διατροφικές συνήθειες ανέτρεψαν την εξίσωση

Δέκα χρόνια μετά τη συγχώνευση που γέννησε έναν από τους ισχυρότερους παίκτες στον χώρο των τροφίμων, η Kraft Heinz ανακοίνωσε τον διαχωρισμό της σε δύο ξεχωριστές επιχειρήσεις.
Η πρώτη εταιρεία, που προς το παρόν αποκαλείται Global Taste Elevation Co., θα επικεντρώνεται σε γεύματα μακράς διάρκειας και θα περιλαμβάνει μάρκες όπως Heinz, Philadelphia και Kraft Mac & Cheese. Η δεύτερη, με προσωρινό όνομα North American Grocery Co., θα στεγάσει μάρκες όπως Oscar Mayer, Kraft Singles και Lunchables. Οι τελικές ονομασίες θα αποκαλυφθούν αργότερα.
Η Kraft Heinz τον Μάιο είχε αναφέρει ότι εξετάζει στρατηγικές αναδιατάξεις, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο διάσπασης.
Το 2015, όταν η εταιρεία προσπάθησε να εκμεταλλευτεί το τεράστιο μέγεθός της, οι αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες των νοικοκυριών περιέπλεξαν τα σχέδιά της, καθώς οι καταναλωτές στράφηκαν σε πιο υγιεινές επιλογές. Η προσαρμογή της Kraft Heinz και των άλλων παραγωγών τροφίμων υπήρξε σταδιακή και αργή.
Σε δήλωση του ο Miguel Patricio, εκτελεστικός πρόεδρος αναφέρει “Οι μάρκες της Kraft Heinz είναι εμβληματικές και αγαπημένες, αλλά η πολυπλοκότητα της σημερινής μας δομής καθιστά δύσκολη την αποτελεσματική κατανομή κεφαλαίων, την ιεράρχηση πρωτοβουλιών και την ανάπτυξη στις πιο υποσχόμενες περιοχές.”
Το 2013, η διαδρομή προς τη συγχώνευση Kraft–Heinz ξεκίνησε όταν ο Γουόρεν Μπάφετ συνεργάστηκε με την 3G Capital της Βραζιλίας για να αποκτήσουν την H.J. Heinz Co. με 23 δισ. δολάρια, καθιστώντας τη μεγαλύτερη συμφωνία στον κλάδο τροφίμων εκείνη την περίοδο. Η πολιτική μείωσης κόστους της 3G περιλαμβάνει το «μηδενικό προϋπολογισμό», ένα σύστημα όπου κάθε δαπάνη πρέπει να επανεξετάζεται και να δικαιολογείται κάθε τρίμηνο.
Δείτε επίσης: Η Greenvolt επενδύει στην ηλιακή ενέργεια για την ιρλανδική αγορά της Tesco
Η στρατηγική της Heinz επικεντρωνόταν στην επέκταση των πωλήσεων σάλτσας και καρυκευμάτων στα σούπερ μάρκετ. Κατά την ανάληψη της εταιρείας, οι νέοι ιδιοκτήτες έλαβαν γρήγορα μέτρα περικοπών και απέλυσαν εκατοντάδες εργαζόμενους. Την ίδια περίοδο, η Kraft, μετά τη δημιουργία της Mondelez International το 2011, έψαχνε για νέο στρατηγικό εταίρο.
Ας σημειωθεί ότι το 2015, η Kraft–Heinz, από τη συγχώνευση, ανέβηκε στην πέμπτη θέση παγκοσμίως στον κλάδο τροφίμων και ποτών με 28 δισ. δολάρια σε έσοδα. Για να δοθεί ειδικό μέρισμα στους μετόχους της Kraft, ο Μπάφετ και η 3G συνεισέφεραν από 5 δισ. δολάρια.
Παρά τις απολύσεις χιλιάδων υπαλλήλων και τις διαρκείς περικοπές, η νέα εταιρεία αντιμετώπισε δυσκολίες, καθώς οι καταναλωτές εγκατέλειπαν όλο και περισσότερο υπερεπεξεργασμένα προϊόντα όπως το Velveeta και τα ροφήματα Kool-Aid. Η Kraft Heinz αντιμετώπισε δυσκολίες και στη διαφοροποίηση από τα φθηνότερα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, όπως φαίνεται από τη διαφορά τιμής ανάμεσα στην κέτσαπ Heinz και σε αυτή της Walmart.
Το 2019, η εταιρεία αναγκάστηκε να απομειώσει την αξία των εμπορικών σημάτων Oscar Mayer και Kraft κατά 15,4 δισ. δολάρια. Η κρίση αποδόθηκε από πολλούς επενδυτές όχι μόνο στο αυξημένο λειτουργικό κόστος και τις δυσκολίες της εφοδιαστικής αλυσίδας, αλλά και στη διοίκηση, η οποία κατηγορήθηκε ότι η εμμονή στη μείωση δαπανών περιόρισε την καινοτομία.
Η Kraft Heinz πούλησε το 2021 τις μονάδες των ξηρών καρπών Planters και των φυσικών τυριών, δεσμευόμενη να επενδύσει σε ταχύτερα αναπτυσσόμενα brands όπως τα P3 protein snacks και τα Lunchables. Η πανδημία είχε δώσει προσωρινή ώθηση στα έσοδα το 2020, αλλά από τότε τα καθαρά έσοδα της εταιρείας μειώνονται ετησίως. Τον Απρίλιο, η εταιρεία μείωσε τις προβλέψεις της για πωλήσεις και κέρδη, επικαλούμενη την αδύναμη ζήτηση στις ΗΠΑ και τους δασμούς που επέβαλε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.
Μετά τη διάσπαση, ο τωρινός CEO, Carlos Abrams-Rivera θα συνεχίσει να ηγείται της Kraft Heinz και θα αναλάβει CEO της North American Grocery Co.
Σε συνεργασία με εταιρεία αναζήτησης στελεχών, το διοικητικό συμβούλιο αναζητά τον νέο CEO της Global Taste Elevation Co.
Η Kraft Heinz δεν προγραμματίζει αλλαγή έδρας, η οποία θα παραμείνει σε Σικάγο και Πίτσμπουργκ, ενώ η ολοκλήρωση της διάσπασης αναμένεται στο δεύτερο εξάμηνο του 2026.